Ο COVID-19 εισέβαλε απροσδόκητα στη ζωή μας και στις ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων σε όλο τον κόσμο. Αναμφίβολα, βιώνουμε πρωτόγνωρες καταστάσεις που θα έχουν σημαντικές κοινωνικές, ψυχολογικές και οικονομικές συνέπειες, η έκταση, η ένταση και η διάρκεια των οποίων δεν μπορούν ακόμη να εκτιμηθούν. Την ίδια στιγμή που προσπαθούμε να προστατεύσουμε τη ζωή μας και τη ζωή των συνανθρώπων μας, έχουμε αναγκαστεί κάτω από συνθήκες εγκλωβισμού στο σπίτι, να ανταποκριθούμε στους πολλαπλούς ρόλους που έχουμε στο πλαίσιο των σχέσεων και των δραστηριοτήτων μας (οικογένεια, εργασία, εκπαίδευση κ.λπ.). Μέσα σε πραγματικά σύντομο χρονικό διάστημα, εκατομμύρια μέλη της εκπαιδευτικής κοινότητας άρχισαν να διδάσκουν μπροστά από την οθόνη ενός υπολογιστή, ενώ οι μαθητές τους αναγκάστηκαν να μείνουν στο σπίτι και να παρακολουθούν μαθήματα στο διαδίκτυο.
Πώς συνέβη αυτή η μετάβαση;
Σύμφωνα με στοιχεία της UNESCO στις 27 Απριλίου 2020, το 91,3% των μαθητών/φοιτητών σε 188 χώρες σε όλο τον κόσμο δεν πήγαιναν σχολείο/πανεπιστήμιο (UNESCO ISD, 2020). Κατά τη διάρκεια του 1ου Lockdown την άνοιξη του 2020, πολλές χώρες προσπάθησαν να αντιμετωπίσουν τη νέα κατάσταση στο εκπαιδευτικό τους σύστημα με ένα πλέγμα μέτρων που διέφερε ανάλογα με τις τοπικές και εθνικές ιδιαιτερότητες, το επίπεδο γνώσεων και δεξιοτήτων των εκπαιδευτικών, των γονέων και των μαθητών με τις νέες τεχνολογίες, την εξοικείωση με τη φιλοσοφία της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης και τελικά τα πολιτισμικά ζητήματα και την ιδιοσυγκρασία των κοινωνιών, ειδικά σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης.
Η μετάβαση των εκπαιδευτικών συστημάτων στην ΕΕ στην εξ αποστάσεως εκπαίδευση κατά τη διάρκεια της πανδημίας του κοροναϊού ανέδειξε κενά στην ψηφιακή συμμετοχή των μαθητών. Αυτό αναφέρεται, μεταξύ άλλων, στην έκθεση παρακολούθησης της εκπαίδευσης και της κατάρτισης για το 2020 που εκπόνησε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και επισημάνθηκε εκ νέου στην έρευνα του ευρωπαϊκού έργου DigiVET του προγράμματος ERASMUS+, στο οποίο συμμετέχει ο εκπαιδευτικός οργανισμός EUROTraining.
Πώς αντέδρασαν οι εκπαιδευτικοί, οι μαθητές και οι γονείς;
Οι εκπαιδευτικοί πρέπει να είναι επαγγελματίες με πολλαπλές δεξιότητες προκειμένου να προσελκύσουν τους μαθητές, σε ατομικές ή μικρές ομάδες και τάξεις. Οι γονείς δεν έχουν αυτά τα χαρακτηριστικά, ούτε έχουν πρόσβαση στην ομάδα των μαθητών που συχνά διαχειρίζονται οι εκπαιδευτικοί. Ομοίως, η σχολική κουλτούρα χαρακτηρίζεται από ρουτίνα για τους μαθητές, π.χ. μια συγκεκριμένη ώρα κάθε μέρα διαλείμματα και ολοκλήρωση συγκεκριμένων δραστηριοτήτων. Ως εκ τούτου, είναι σημαντικό τόσο οι εκπαιδευτικοί όσο και οι γονείς να συνεργαστούν για την εφαρμογή πρακτικών και ενημερωμένων λύσεων στις προκλήσεις που θέτει η πανδημία COVID-19 (Spotlight, 2020 UNESCO, 2020). Ταυτόχρονα, οι γονείς δεν μπορούν να αναλάβουν το ρόλο των εκπαιδευτικών. Η δυνατότητα όμως να έχουν ευχάριστους χώρους μελέτης που δεν θα αποσπούν την προσοχή των μαθητών, να ακολουθούν το πρόγραμμα όπως ορίζεται από τις σχολικές δομές, να κάνουν καθορισμένα διαλείμματα, να μη διστάζουν να εκφράζουν ερωτήσεις ή προβληματισμούς στους εκπαιδευτικούς, μπορεί να υποστηρίξει τη διαδικασία της εκπαίδευσης από απόσταση (Reimers, et. al, 2020).
Σύμφωνα με την UNESCO, μόνο το 20% των χωρών παγκοσμίως ήταν εξοπλισμένο με συσκευές και προγράμματα διαδικτυακής διδασκαλίας πριν από την πανδημία. Προφανώς, τα σχολικά συστήματα δεν ήταν ψηφιακά προετοιμασμένα, αποκαλύπτοντας τη συνολική αδυναμία της ευρωπαϊκής ψηφιακής μάθησης. Στην πραγματικότητα, μια έρευνα που δημοσιεύθηκε από την HundrEd, μια μη κερδοσκοπική οργάνωση που δραστηριοποιείται στην προώθηση της καινοτομίας στην εκπαίδευση, έδειξε ότι μόνο το 6% των ερωτηθέντων αξιολόγησαν το εκπαιδευτικό τους σύστημα ως προετοιμασμένο για την πανδημία.
Σύμφωνα με συγκριτική μελέτη σε επίπεδο ΕΕ, το ποσοστό των σχολείων με υψηλό βαθμό εφοδιασμού σε ψηφιακό εξοπλισμό (φορητοί υπολογιστές, επιτραπέζιοι υπολογιστές, κάμερες, διαδραστικοί πίνακες) ανά μαθητή και ευρυζωνική σύνδεση υψηλής ταχύτητας είναι 35% στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση (κατά μέσο όρο στην ΕΕ), 55% στην κατώτερη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και 72% στην ανώτερη δευτεροβάθμια εκπαίδευση.
Προκλήσεις που αντιμετωπίζει η εκπαιδευτική κοινότητα
Η υγειονομική περίθαλψη και η πρόσβαση στην εκπαίδευση αποτελούν βασικά ανθρώπινα δικαιώματα. Δικαιώματα που εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν πολλαπλά εμπόδια στην εφαρμογή τους στο γενικό πληθυσμό. Δυστυχώς, και τα δύο απειλούνται τώρα περαιτέρω μετά την πανδημία του COVID-19. Υπάρχουν πολλά στοιχεία που εμπλέκονται στη διανομή διδακτικού υλικού, στην απόκτηση εμπειρίας και στην εμπλοκή των μαθητών, ώστε να συνεχίσουν να μαθαίνουν ως μέρος μιας κοινότητας (ISP International Schools Partnership, 2020). Η τεχνολογία (σύγχρονη ή ασύγχρονη) μπορεί να υποστηρίξει το έργο των εκπαιδευτικών, αλλά σε καμία περίπτωση δεν τους αντικαθιστά. Πολλοί εκπαιδευτικοί δεν είναι εξοικειωμένοι με τις αρχές & πρακτικές του ψηφιακού σχεδιασμού. Κάποιοι εργάζονται διαισθητικά, κάποιοι δανείζονται έτοιμο υλικό. Κάποιοι στον μαθησιακό σχεδιασμό χρειάζονται υποστήριξη. Η εξωσχολική μάθηση είναι συχνά πιο αποτελεσματική (λόγω της αλληλεπίδρασης με τον εκπαιδευτικό ή με το υλικό). Τέλος, η αντίληψη ότι όλοι οι μαθητές έχουν ίση πρόσβαση σε διαδικτυακούς πόρους ή συσκευές είναι λανθασμένη.
Και τώρα;
Η σημαντικότερη πρόκληση που έχουμε μπροστά μας είναι να δούμε την περιπέτεια της πανδημίας που βιώνουμε σήμερα στο εκπαιδευτικό μας σύστημα, όχι ως μια οδυνηρή παρένθεση αλλά ως μια απροσδόκητη ευκαιρία και πρόκληση προκειμένου να σχεδιάσουμε τη μετάβαση σε ένα σχολείο εξ αποστάσεως ανοιχτό για όλους.
Η μελλοντική έρευνα θα πρέπει να επικεντρωθεί στους τρόπους με τους οποίους οι θεμελιώδεις παιδαγωγικές αρχές της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης μπορούν να βοηθήσουν στην οικοδόμηση ενός νέου δημιουργικού και ζωντανού εξ αποστάσεως μαθησιακού περιβάλλοντος.
Το άρθρο αυτό γράφηκε στα πλαίσια του ευρωπαϊκού έργου Erasmus+ DigiVET. Μάθετε περισσότερα στο site του έργου: https://digivet-project.eu/
Photo credit: Artisticco LLC / Alamy Stock Vector